Διαβάσαμε το κείμενο που γράφτηκε από γνωστούς σε μας καθηγητές πολιτικής επιστήμης, ιστορίας και νομικούς με το τίτλο “Διακεκριμένοι καθηγητές υπέρ Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος. Μια Διακήρυξη πολιτικού προβληματισμού για την ελληνική πραγματικότητα“. Μέσα σε αυτούς και ο νεοεκλεγείς μας πρύτανης.
Αρχικά να τους ευχαριστήσουμε που δείχνουν κατανόηση στο θυμό και την αγανάκτηση της Ελληνικής κοινωνίας (δεν είναι και λίγο να το ακούς από τη καλύτερα αμειβόμενη μερίδα δημόσιων λειτουργών) και εν
συνεχεία να απαντήσουμε στα ερωτήματα που θέτουν αφού σκοπός τους είναι ο προβληματισμός και εμείς προβληματιζόμαστε πολύ τελευταία είναι αλήθεια, και πιο πολύ με το αν όλα αυτά που καθόμαστε και διαβάζουμε για την εξεταστική αξίζουν το κόπο.Έχουμε λοιπόν και λέμε:
“Πρώτον: Με τη δαιμονοποίηση των ξένων κυβερνήσεων οι οποίες οφείλουν να φορολογούν τους πολίτες τους για να συνεχίζεται ο χαμηλότοκος δανεισμός μας, εις βάρος ίσως των άμεσων αναπτυξιακών προοπτικών των χωρών τους, δεν εγκλωβιζόμαστε σε μια συμπεριφορά ομφαλοσκόπησης που αγνοεί τα δεδομένα της πραγματικότητας και τη συνθετότητα του σύγχρονου κόσμου;”
Σαφώς και εγκλωβιζόμαστε. Γιατί λοιπόν να μην παραδειγματιστούμε και εμείς και αντί να αισθανόμαστε ενοχές για τα χρήματα των άλλων που ξοδεύουμε για τις λειτουργικές μας ανάγκες, να ξοδεύουμε χρήματα δικών μας φορολογουμένων και δη των υψηλών εισοδημάτων που 35 χρόνια τώρα φοροδιαφεύγουν και φοροελαφρύνονται συστηματικά και προκλητικά σε σχέση με τα υψηλά εισοδήματα των χωρών των δανειστών μας; Γιατί στον ένα χρόνο που πέρασε δεν αυξήθηκαν τα αναμενόμενα έσοδα από τη φορολόγηση της πολυτελούς διαβίωσης όπως μας διαβεβαίωναν και από την πάταξη της εισφοροδιαφυγής όπως διαφημιζόταν ώστε να γίνει αποδεκτό το πρώτο μνημόνιο;
Πράγματι. Οι πολιτικοί εντολοδόχοι των δανειστών μας δεν έχουν, και αυτοί, απέναντί τους κοινοβούλια, κοινές γνώμες, υποχρέωση λογοδοσίας σε επίσης αγανακτισμένους ανθρώπους που ενδεχομένως θεωρούν ότι η συνέχιση της χρηματοδότησης της χώρας μας εφόσον η ίδια δεν καταβάλλει ένα επώδυνο τίμημα για την ανόρθωση της είναι ασύμφορη, παράλογη, άδικη, ακόμη και επισφαλής;
Ακριβώς λοιπόν επειδή οι δανειστές δεν είναι αφελείς φιλάνθρωποι, δανείζοντας εμάς κατά ένα μεγάλο μέρος στηρίζουν τη κατανάλωση των δικών τους προϊόντων, των δικών τους ikea, easyjet,lidle,carrefur,siemenens,mercedes, audi, nokia,erikson,amstel,heineken κ.ο.κ. Επίσης κάθε μεγάλο δάνειο, χρόνια τώρα ξέρουμε πως συνοδεύεται και από παραγγελίες πολεμικού υλικού από τις βιομηχανίες των χωρών αυτών. Οπότε δεν έχει νόημα να λέμε πως μας δανείζουν από αγνή αλληλεγγύη και ανθρωπιά και ότι εμείς που δεν θέλουμε τα δάνειά τους είμαστε παράλογοι και αχάριστοι. Οι άνθρωποι στηρίζουν τις βιομηχανίες τους και πολύ καλά κάνουν αφού αυτή είναι η δουλειά τους.
Δεύτερον: Εάν, κατά το διάχυτο λαϊκό αίτημα, φύγει η Τρόικα, καταγγελθεί το επαχθές και «απεχθές», μνημόνιο, κηρυχθεί χρεοστάσιο κλπ. η κατάσταση του μέσου έλληνα θα βελτιωθεί ή, κατά την κοινή λογική, θα επιδεινωθεί, δραματικά και ραγδαία;
Αυτή είναι δύσκολη ερώτηση. Αν μας τη βάζατε σε εξεταστική μάλλον θα σας απαντούσαμε κάτι σαν “Ελλάδα χωρίς μνημόνιο=καταστροφή και όλεθρος” θα σας ικανοποιούσαμε και θα περνάγαμε και το μάθημα. Έτσι και αλλιώς η διατύπωση της ερώτησης προϊδεάζει για μια όχι και τόσο αντικειμενική ή ισορροπημένη απάντηση. Και να σκεφτείς ότι τίθεται από ακαδημαϊκούς. Όπως και να’χει, αν ήταν να απαντήσουμε σοβαρά, μιας και η απάντηση αφορά σε υποθετικό μέλλον, θα έπρεπε να στήσουμε ένα στατιστικό μοντέλο λαμβάνοντας υπόψη ακόμα και άγνωστες παραμέτρους και καταλήγοντας σε συμπέρασμα με μεγάλη τυπική απόκλιση από τη πραγματικότητα. Γιατί στην ουσία ποτέ δεν τέθηκε το ερώτημα στην κοινωνία. Ο μηχανισμός στήριξης στήθηκε ερήμην των εκλογικών σωμάτων και ως ένα βαθμό ορθώς γιατί ως βασικό στόχο είχε τη στήριξη του ευρώ. Αυτό που είναι δεδομένο όμως είναι τα αποτελέσματα που επέφερε, και απαντήστε μας εσείς αν και πόσο κοντά βρεθήκαμε το χρόνο που πέρασε σε αυτό που αποκαλέσατε “δραματική και ραγδαία επιδείνωση της κατάστασης του μέσου Έλληνα” Πότε άλλοτε επελέγησαν τόσο σκληρά μέτρα για να αποφύγουμε τη καταστροφή καταφέρνοντας μονάχα να έρθουμε ακόμα πιο κοντά της;
Τρίτον: Το ότι πολλές αποφάσεις των πολιτικών μας ηγεσιών δεν είναι κοινωνικά δίκαιες ή οικονομικά αποτελεσματικές αναιρεί το γεγονός πως καμία εναλλακτική προοπτική δε διαφαίνεται σήμερα πιο «αναίμακτη» ή λιγότερο επώδυνη από τη συνέχιση της χρηματοδότησής μας, έστω και με τους, σκληρούς πράγματι, όρους του Μνημονίου;
Μα αν πράγματι αναγνωρίζουμε πως οι αποφάσεις της ηγεσίας είναι κοινωνικά άδικες και οικονομικά αναποτελεσματικές και οι όροι του δανεισμού σκληροί και αιματηροί,τότε τι κίνητρο έχουμε να τους στηρίξουμε; Έχει κάποιος την εντύπωση ότι θέλουμε να δράσουμε μαζοχιστικά;
Μα αν πράγματι δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική τότε γιατί καθόμαστε και συζητάμε; Για να προσποιηθούμε ότι έχουμε δημοκρατία; Εσείς δε μας μάθατε ότι η ελευθερία των επιλογών είναι ένα από τα συστατικά της;
Τέταρτον: Εμείς ως λαός δεν έχουμε καμία ευθύνη για την παρούσα δραματική κατάσταση; Έλα τώρα! Πείτε το απλά και λαϊκά, “μαζί τα φάγαμε”, μη ντρέπεστε! Βεβαίως και έχουμε ευθύνη. Βεβαίως και δε τα φάγαν μόνο οι πολιτικοί αλλά ένα ολόκληρο σύστημα που περιλάμβανε υπαλλήλους υπουργείων, συνδικαλιστές, δικαστικούς, δημοσιογράφους, κομματικούς στρατούς και βεβαίως πανεπιστημιακούς δάσκαλους. Εδώ μάλιστα στο Πάντειο έχουμε πικρή πείρα από φαγώματα. Το πληρώσαμε όμως σε αντίθεση με σπατάλες και όργια που έγιναν αλλού. Όπως και την ευθύνη της πληρώνει άκρως δυσανάλογα η Ελληνική κοινωνία 1,5 χρόνο τώρα. Αυτοί που κάναν μεγάλες περιουσίες με τις προμήθειες άραγε θα πληρώσουν ποτέ; Το μεσοπρόθεσμο που θέλετε να στηρίξετε λαμβάνει καμία μέριμνα για τις δικές τους αμαρτίες;
Δεν καθυστερήσαμε με μαζικές κινητοποιήσεις τον εξορθολογισμό του ασφαλιστικού μας συστήματος; Δηλαδή ο κόσμος φταίει που η τότε κυβέρνηση έκανε πίσω και δεν εφήρμοσε το πρόγραμμα για το οποίο την εξέλεξαν; Δηλαδή αν μια ομάδα πλήττεται από μια πολιτική απόφαση δεν έχει το δικαίωμα να απεργήσει; θα πρέπει να ζει με το κόμπλεξ ότι καθυστερεί τις μωρές-παρθένες κυβερνήτες μας; Επίσης έχει κανείς την εντύπωση πως αυτό που συμβαίνει τώρα είναι μεταρρυθμίσεις; Έχετε πειστεί ότι “άνοιξε” το επάγγελμα του συμβολαιογράφου και του φαρμακοποιού; Το νέο ασφαλιστικό που εσείς μας λέγατε ότι δεν είναι βιώσιμο λόγω έλλειψης αναλογιστικών μελετών και ο φόρος στις διαφημίσεις της τηλεόρασης, στον ίδιο κανόνα καθυστερήσεων και πολιτικού κόστους δεν υπέπεσαν;
Οι πολιτικές μας επιλογές, η επίμονη απαίτηση ευχάριστων προεκλογικών υποσχέσεων που οδηγούσε τα κόμματα σε πλειοδοσία «δεσμεύσεων» και εξοστράκιζε τις φωνές της πρόνοιας και της λογικής, ο ατομικός υπερδανεισμός και ο ακραίος υπερκαταναλωτισμός την περίοδο της φαινομενικής ευμάρειας δεν συνέβαλαν στη σημερινή κατάσταση; Και υπήρξαν ποτέ λαοί που δεν κατέβαλαν τίμημα για τα λάθη τους;
Ναι το είπαμε και παραπάνω. Τα δικά μας και τα δικά τους λάθη πληρώνουμε. Συλλογικά και δυσανάλογα. Δεν είναι λοιπόν ανάγκη να τα επαναλάβουμε.
Μήπως, λοιπόν, αντί της διαρκούς μεμψιμοιρίας, της συνεχούς καταγγελίας των ξένων και των αέναων κλαυθμών, θα αποτελούσε πιο ορθολογική αντίδραση η αποδοχή της νέας πραγματικότητας ως κατάστασης δυσχερώς (και μόνο σε βάθος χρόνου) αναστρέψιμης, καθώς και ο πολλαπλασιασμός των ατομικών και συλλογικών μας προσπαθειών για την έξοδο από την κρίση; Οπως, δηλαδή, έκαναν μεταπολεμικά λαοί που είχαν χάσει τη μάχη στα στρατιωτικά πεδία, κέρδισαν όμως αυτήν της ειρήνης.
Συγνώμη κιόλας, αλλά επειδή οι λέξεις ίσως χάνουν το νόημα τους, “η αποδοχή της νέας πραγματικότητας ως κατάστασης δυσχερώς (και μόνο σε βάθος χρόνου) αναστρέψιμης” μεμψιμοιρία δεν είναι; τι είναι; Όπως και να’χει, η ορθολογική επιλογή για μας είναι να διεκδικήσουμε αξιοπρεπή εργασία, δημοκρατία και κοινωνική ελευθερία εκ νέου, άλλοτε σε μικρότερους άλλοτε σε μεγαλύτερους σχηματισμούς. Δε θέλουμε να είμαστε μια ακόμα χαμένη γενιά.
Σε τελική ανάλυση εμείς, παρά τα κονδύλια που κατά τις τελευταίες δεκαετίες εισέρευσαν πλουσιοπάροχα στη χώρα μας, χάσαμε τη μάχη της ανάπτυξης και προϋπόθεση για να μη χάσουμε τον πόλεμο είναι να ανακτήσουμε την εκτίμηση και την εμπιστοσύνη πρώτα του εαυτού μας, στη συνέχεια δε και των ξένων, ως λαός που διδάσκεται από τα λάθη του και αγωνίζεται για την αναίρεση ή έστω τον περιορισμό των συνεπειών τους.
Τι λέτε μωρέ; Στην ίδια χώρα ζούμε; Ποια μάχη της ανάπτυξης χάσαμε; Η χώρα μας δεν είναι που επιτάχυνε θεαματικά τους ρυθμούς ανάπτυξης τη τελευταία 20ετια αγγίζοντας τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους; Η χώρα μας δεν είναι που έγινε μεγαλοεπενδυτής στα Βαλκάνια εξαγοράζοντας τηλεπικοινωνίες και κατακτώντας τη τραπεζική τους αγορά; Στη χώρα μας δεν άνθισε χάρη στα κονδύλια η μεσαία τάξη γεμίζοντας τα βόρεια προάστια και αγοράζοντας ακριβά αμάξια; Στη χώρα μας δεν έγιναν Ολυμπιακοί Αγώνες και τεράστια έργα υποδομών;Λιμάνια, αεροδρόμια, γέφυρες και εθνικές οδοί;
Γιατί τόσο αυτομαστίγωμα; Γιατί τόση μαυρίλα;
Μήπως θα έπρεπε να σας απασχολεί περισσότερο ότι τελικά αυτή η ανάπτυξη δεν διαχύθηκε όπως θα έπρεπε περισσότερο σε αυτούς που δούλεψαν με φιλότιμο και σεβασμό, ντόπιους και μετανάστες, αλλά καρπώθηκε από το γνωστό σύστημα εξουσίας που σήμερα δίνει τα ρέστα του στηρίζοντας ετοιμοθάνατα μεσοπρόθεσμα προγράμματα και προϋπολογισμούς αναθεωρούμενους ανά τρίμηνο;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου